Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2005

Γνωρίζοντας τους μετανάστες στην Ελλάδα


(Μέρος δεύτερο)

 Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του '70 η χώρα δέχεται μετανάστες από άλλες χώρες, οι οποίοι εγκαθίστανται και εργάζονται στην Ελλάδα. Το μεταναστευτικό ρεύμα συνεχίζεται και την επόμενη δεκαετία ενώ εντείνεται τη δεκαετία του '90. Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό, στην Ευρώπη (με εξαίρεση το Λουξεμβούργο), μεταναστευτικού πληθυσμού (περίπου 7 - 7,5%), το υψηλότερο ποσοστό μη νόμιμων μεταναστών και έως τις ρυθμίσεις που προβλέπονταν στα Προεδρικά Διατάγματα του 1997 και του Ν. 2910/2001, το χαμηλότερο ποσοστό νόμιμων μεταναστών.

Παράλληλα, η τάση αύξησης του αριθμού των μεταναστών στη χώρα είναι εμφανής σε όλες τις στατιστικές για τον πληθυσμό (γεννήσεις, εκπαίδευση κ.α.). Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και οι προβολές που γίνονται σχετικά με την εξέλιξη του πληθυσμού από διάφορους διεθνείς οργανισμούς αναφορικά με την μετανάστευση στην Ελλάδα. Ο ΟΗΕ προβλέπει ότι το 2015 στην Ελλάδα θα κατοικούν 14,2 εκατομμύρια άτομα από τα οποία τα 3- 3,5 εκατομμύρια θα είναι αλλοδαποί μη προερχόμενοι από την Ε.Ε.

Όσον αφορά την κατά φύλο σύνθεση του μεταναστευτικού πληθυσμού (σύμφωνα με τον ΟΑΕΔ και το Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης) η μεγάλη πλειοψηφία, περίπου τα 2/3 των μεταναστών είναι άνδρες: συγκεκριμένα από τους αλλοδαπούς που έχουν υποβάλλει αιτήσεις νομιμοποίησης, το 72,5% είναι άνδρες και το 27,5% γυναίκες.

Σύμφωνα λοιπόν, μ’ αυτά τα στοιχεία έχει ενδιαφέρον να εντοπίσουμε τον τόπο διαμονής των μεταναστών. Οι περισσότεροι μετανάστες διαμένουν στην περιφέρεια της Αττικής (44,2% του συνόλου) με μεγαλύτερη συγκέντρωση στην πόλη της Αθήνας. Είναι βέβαια κατανοητή η προτίμησή τους για την Αθήνα, αφού η πρωτεύουσα προσφέρει περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης, μεγαλύτερη ανωνυμία και μικρότερο κίνδυνο απέλασης.

Η δεύτερη πιο σημαντική περιφέρεια είναι η Κεντρική Μακεδονία (15%) (κατά κύριο λόγο ο νομός Θεσσαλονίκης) και ακολουθούν η περιφέρεια Πελοποννήσου (6,7%) και η περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας (6,5%). Οι μετανάστες λοιπόν, ζουν κατά κύριο λόγο στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα-Θεσσαλονίκη). Πώς λοιπόν διανέμεται ο πληθυσμός των μεταναστών σ’ αυτά τα αστικά κέντρα; Με άλλα λόγια, σε ποιες περιοχές των μεγαλουπόλεων ζουν οι μετανάστες; Εμφανίζουν οι συγκεκριμένες περιοχές χαρακτηριστικά κοινωνικού αποκλεισμού, λειτουργώντας ως γκέτο; Ως παράδειγμα θα χρησιμοποιηθεί -με μια σύντομη περιγραφή- η πόλη της Αθήνας.

Στην Αθήνα υπάρχουν περιοχές που εμφανίζουν έντονη παρουσία μεταναστών, χωρίς αυτό ακόμα να σημαίνει ότι οι συγκεκριμένες περιοχές έχουν γκετοποιηθεί και στερούνται από ημεδαπούς. Ένας ενδιαφέρον τρόπος εντοπισμού των περιοχών διαμονής των μεταναστών και ανάλυσης της κοινωνικής τους συμπεριφοράς αποτελεί το περιεχόμενο των κάδων απορριμμάτων. Για παράδειγμα (σύμφωνα με στοιχεία του υπεύθυνου για την καθαριότητα αντιδημάρχου Αθηνών) οι κάδοι απορριμμάτων του Κολωνακίου (μιας περιοχής ακριβής, τόσο για ενοικίαση, όσο και για αγορά σπιτιού, επομένως απαγορευτικής για μετανάστες) είναι γεμάτοι από υπολείμματα κυρίως τροφίμων. Σε περιοχές, που μένουν πολλοί μετανάστες, όπως η Κυψέλη και η Αχαρνών (φθηνότερες περιοχές), τα ογκώδη σκουπίδια είναι κυρίαρχα. Πρόκειται για μεταχειρισμένα έπιπλα, ακόμα και παλιά στρώματα, που τα είχαν αποκτήσει όταν πρωτοήρθαν στην Αθήνα και στη συνέχεια σιγά-σιγά τα αντικαθιστούν με καινούρια. Στους Αμπελόκηπους, μια άλλη γειτονιά της Αθήνας με σημαντικό αριθμό μεταναστών, την περασμένη χρονιά πετάχτηκαν 12.000 ψυγεία (από 50.000 συνολικά), πράγμα που σημαίνει ότι οι μετανάστες προμηθεύονται και καινούριο οικιακό εξοπλισμό προκειμένου να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσής τους.

Οι μετανάστες, λοιπόν, συγκεντρώνονται κυρίως γύρω από το κέντρο της πόλης, σε φθηνές σχετικά περιοχές, συμμετέχοντας κατά το 25% στην αγορά ενοικίασης κατοικιών. Σύμφωνα με ενδείξεις (δεν υπάρχει ακόμα κάποια έγκυρη έρευνα) οι μετανάστες αποτελούν βασικό τονωτικό στοιχείο της ζωής του κέντρου και συμπληρώνουν το κενό της εξόδου των Ελλήνων προς τα υγιέστερα, πιο δροσερά και εύπορα προάστια. Μέχρι τώρα πάντως η συγκέντρωση μεταναστών σε φτωχικές περιοχές δεν έχει δημιουργήσει τις συνθήκες για ανάπτυξη γκέτο. (η συνέχεια στο τρίτο μέρος...).

 Βασίλης Λυρίτσης